ΕλληνοΪταλική άγνωστη ιστορία
Ιταλοί αναρχικοί – σοσιαλιστές ριζοσπάστες στον αγώνα κατά της οθωμανικής κυριαρχίας και για την ελληνική ανεξαρτησία
Στο παρελθόν υπήρξαν αναρχικοί και ριζοσπάστες γενικότερα, που θεώρησαν ότι ο αγώνας για την απελευθέρωση ενός καταπιεζόμενου έθνους, όχι μόνο δεν αντιφάσκει με τις αρχές τους, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος τους. Ο Σταύρος Καλλέργης ένας από τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές επαναστάτες, με ενεργό δράση στο εργατικό κίνημα, εκδότης περιοδικών όπως «ο Σοσιαλιστής » και «Οδηγός παντός ανθρώπου » ( όπου δημοσίευσε και κείμενα του Μπακούνιν ), οργανωτής του πρώτου εορτασμού της Πρωτομαγιάς, εγκαταλείπει το 1898 την Αθήνα και επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κρήτη. Εκεί θα συμμετάσχει στην επανάσταση κατά των Τούρκων και θα εκλεγεί μάλιστα αντιπρόσωπος του επαναστατημένου έθνους. Όπως γράφει στο αυτοβιογραφικό του κείμενο με τον τίτλο «Επιστολή προς τους Έλληνας Σοσιαλιστάς»: «Μετά την έκρηξιν της Κρητικής Επαναστάσεως επανήλθον εν Κρήτη. Έφθασα εις το Χουμέρι Μυλοποτάμου και εξελέγην αντιπρόσωπος εις την Κρητικήν επαναστατικήν συνέλευσιν. Εκεί διοργανώσαμεν μετά τινών Ιταλών σοσιαλιστών, ελθόντων εις βοήθειάν μας, μιαν σοσιαλιστικήν ομάδα.»
Επίσης σε έκθεση του Αναρχικού Συνδέσμου της Αθήνας προς το Διεθνές Επαναστατικό Συνέδριο, που έγινε στο Παρίσι το 1900, μεταξύ των άλλων αναφέρεται στη δράση του Γάλλου οπαδού του Μπλανκί, Φλουράνς , για την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους: «Στην Αθήνα διατηρούμε ακόμα θερμή την ανάμνηση της εδώ διαμονής στα 1868 του αγαπημένου μας Γουσταύου Φλουράνς. Μαζί με τον σύντροφο Αμιλκάρε Τσιπριάνι ήταν μες στους γαριβαλδινούς εθελοντές, που ήλθαν να πολεμήσουν στην πρώτη γραμμή των επαναστατημένων δυνάμεων του Κρητικού λαού ενάντια στην τουρκική καταπίεση. Κατά τη δεύτερη στη χώρα μας παραμονή του ο Φλουράνς εκδίδει το περιοδικό «L’independant». Την ίδια εποχή σε μια ομιλία του στη συνάθροιση της ελληνικής νεολαίας εμπρός στο Πανεπιστήμιο, δημιούργησε τέτοιον ενθουσιασμό στο πλήθος, ώστε ξέσπασε μια εξέγερση, την οποία με δυσκολία κατάστειλε το ιππικό, που αναγκάστηκε να αποστείλει η κυβέρνηση.»
Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα www.apatris.gr «Η μόνη συνιστώσα της ευρωπαϊκής αριστεράς (με την ευρεία έννοια της λέξης…) που τάχθηκε εξαρχής με το μέρος των Κρητών ήταν οι αναρχικοί. Ο λόγος ήταν ότι, σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη, κάθε εξέγερση των καταπιεσμένων ανθρώπων ενάντια στο ζυγό τους, ήταν καταρχήν γεγονός θετικό και άξιο υποστήριξης.» Η υποστήριξή τους δεν περιορίστηκε σε θεωρητικό επίπεδο αλλά «ήταν σε θέση να οργανώνουν επιτροπή οικονομικής ενίσχυσης του Κρητικού αγώνα, να κινούν καμπάνιες πίεσης και προώθησης των αιτημάτων του κι ακόμα να στέλνουν εθελοντές να αγωνιστούν στο πλευρό των Κρητών, στη βάση της έμπρακτης αλληλεγγύης.»
Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί η επανάσταση ότι η κρητική επανάσταση του 1866 ξεκινά από την αντίθεση των Τούρκων στη διανομή των μισών εσόδων των μοναστηριών για την ενίσχυση των ελληνικών σχολίων. Στην ίδια ιστοσελίδα διαβάζουμε ότι στο συλλαλητήριο που οργάνωσε ο Φλουράνς στην Αθήνα για την Ένωση με την Κρήτη αντιτάχθηκε η μοναρχία διότι «δεν συμμεριζόταν τους πόθους των επαναστατών για ένωση, μη θέλοντας να μπλεχτεί ξανά, μετά το 1821, σε πόλεμο με την οθωμανική αυτοκρατορία». Όμως στη συνέχεια ο «Φλουράνς, που μόλις αφέθηκε ελεύθερος, κατέβηκε στην Κρήτη κι εντάχθηκε αμέσως στους κύκλους των επαναστατών, τους οποίους ήδη είχαν συνδράμει κι άλλοι ευρωπαίοι σοσιαλιστές και αναρχικοί από διάφορες χώρες, μαζί με 100 περίπου Πατρινούς εθελοντές. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, έγινε γνωστός και κέρδισε την εκτίμηση των ντόπιων, οπότε του δόθηκε ο βαθμός του λοχαγού και το καλοκαίρι του 1868 η Κρητική Εθνοσυνέλευση του χορήγησε τιμητική ιθαγένεια και τον όρισε πρέσβη της απέναντι στο βασίλειο της Ελλάδας. Με τηλεγραφήματά του, ο Φλουράνς ζήτησε από τη γαλλική κυβέρνηση την προάσπιση των δικαίων των Κρητικών κι έφυγε για την Αθήνα προκειμένου να συναντήσει το μονάρχη Γεώργιο τον Α’. Εκείνος όμως όχι μόνο δεν τον δέχτηκε αλλά διέταξε και τη σύλληψή του. Μετά από πολλές (δια)δηλώσεις συμπαράστασης προς το πρόσωπό του από δημοκράτες και ριζοσπάστες, όπως ο βουλευτής Ρόκκος Χοϊδάς, αφέθηκε ελεύθερος, μετά από λίγο όμως συνελήφθη ξανά και μετά από αίτημα του Γάλλου πρέσβη απελάθηκε στη Μασσαλία.
Στη Γαλλία ο Φλουράνς συνέχισε ασυμβίβαστος τον αγώνα του υπέρ των προλετάριων και γενικότερα των καταπιεσμένων, με αποκορύφωμα την ενεργό συμμετοχή του στην περίφημη Κομμούνα του Παρισιού (Μάρτιος – Μάιος 1871). Σ‘ αυτήν εξελέγη από τον λαό μέλος της «Επαναστατικής Επιτροπής» και τοποθετήθηκε στρατηγός. Σκοτώθηκε σε μια μάχη ενάντια στην πιστή στις Βερσαλλίες χωροφυλακή, στις 3 Απριλίου του 1871, σε ηλικία 33 ετών.»
Κείμενα του Φλοράνς μετάφρασε ο Επτανήσιος Ριζοσπάστης Π. Πανάς, ένας από τους οραματιστές της Βαλκανικής συνεργασίας. Στον ατυχή για την Ελλάδα πόλεμο του 1897 στο πλευρό του ελληνικού λαού, που αγωνιζόταν για την απελευθέρωση από τον Οθωμανό δυνάστη, πολέμησαν αναρχικοί και ριζοσπάστες: «Υπολογίζεται ότι ο αριθμός τους έφτασε τους 1000-1500 εθελοντές, που πήραν μέρος στις μάχες της Θεσσαλίας (Δομοκός) και της Ηπείρου, ενταγμένοι στον ελληνικό στρατό υπό μορφή τριών σωμάτων: ένα, οι πολυπληθέστεροι Γκαριμπαλντινοί, ένα η «Φάλαγγα των Φιλελλήνων» που αποτελούνταν από τη λεγεώνα των μαυροντυμένων αναρχικών του Αμιλκάρε Τσιπριάνι κι ένα με συμμετοχή αναρχικών και σοσιαλιστών υπό τον συνταγματάρχη Μπερτέ.»
Συνεπώς σε αντίθεση με διάφορες σύγχρονες ιδεοληψίες που αντιπαραθέτουν τους κοινωνικούς, στους εθνικούς αγώνες οι αναρχικοί και σοσιαλιστές Γαριβαλδίνοι στους οποίους αναφερθήκαμε, δεν δίστασαν ούτε στιγμή, κατανόησαν τους αγώνες εθνικής απελευθέρωσης ως προέκταση των κοινωνικών αγώνων και των αγώνων για την απελευθέρωση του ανθρώπου και συμμετείχαν ως πρωταγωνιστές σε αυτούς. Γι΄αυτό πολλοί από αυτούς ,που αγωνίστηκαν στο πλευρό των λιγοστών είναι αλήθεια επαναστατημένων Ελλήνων, κατά της οθωμανικής σκλαβιάς , πέθαναν κατόπιν για τα ίδια ιδεολογικά αίτια στα οδοφράγματα της Κομμούνας του Παρισιού.
Σήμερα η Ιστορία είναι στο μεγαλύτερο μέρος της ακρωτηριασμένη, ενώ η επιλεκτική αφήγηση πνίγει τις ανεπιθύμητες πτυχές, μέσα από την εθνική εκπαίδευση του κάθε κράτους. Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθώ σε έναν άγνωστο στα σχολικά βιβλία αλλά ονομαστό αναρχικό, που δραστηριοποιήθηκε στις Κρητικές επαναστάσεις, αλλά και στον ευρύτερο Ελλαδικό χώρο, τον Ιταλό Αμιλκάρε Τσιπριάνι. Μια εμβληματική φυσιογνωμία του ευρωπαϊκού αναρχικού κινήματος, όπου μετά από αγώνες δεκαετιών, στο πλευρό του προλεταριάτου και των αδυνάτων σε μια σειρά χωρών (Ελλάδα, Ιταλία, Αίγυπτο, Γαλλία, Ελβετία), με ξεχωριστή στιγμή την ενεργό συμμετοχή του και στην Κομμούνα του Παρισιού, όπως και ο Γουστάβος Φλουράνς.
Στον πόλεμο του 1897 στο πλευρό του Ελληνικού λαού , που αγωνιζόταν για την απελευθέρωση από τον Οθωμανό δυνάστη, πολέμησαν αρκετοί αναρχικοί και ριζοσπάστες της εποχής. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός τους έφτασε τους 1000-1500 εθελοντές, που πήραν μέρος στις μάχες της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, ενταγμένοι στον ελληνικό στρατό υπό μορφή τριών σωμάτων: ένα οι πολυπληθέστεροι Γαριβαλδινοί, ένα η «Φάλαγγα των Φιλελλήνων» που αποτελούνταν από τη λεγεώνα των μαυροντυμένων αναρχικών του Αμιλκάρε Τσιπριάνι κι ένα με συμμετοχή αναρχικών και σοσιαλιστών υπό τον συνταγματάρχη Μπερτέτι.
Από τότε μέχρι σήμερα, σε διάφορες χρονικές στιγμές και σε όποιο μέρος του κόσμου υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για την ελευθερία τους (Σαντινίστας, Ζαπατίστας, Παλαιστίνιοι…), συνεχίζεται αυτή η ανιδιοτελής παράδοση της έμπρακτης αλληλεγγύης και προσφοράς από οπαδούς του διεθνούς ελευθεριακού κινήματος κάτω δύσκολες συνθήκες, όπως η πρόσφατη αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Γάζα.
Ο Τσιπριάνι στις Κρητικές επαναστάσεις
Ο Τσιπριάνι εμφανίζεται να συμμετέχει στην επανάσταση του 1866, μαζί με άλλους ξένους εθελοντές με την ομάδα του Ζυμβρακάκη στον Ομαλό, μετά την μάχη της Αγίας Ρουμέλης το Γενάρη του 1867. Από τότε γίνεται πιστός σύντροφος του Γάλλου φιλέλληνα Φλουράνς. Την ίδια περίοδο συναντάμε αρκετούς εθελοντές στην περιοχή όπως τους Πουανσό, Ανεμός, Αρντεμάνι κτλ για τους οποίους θα αναφερθώ σε επόμενο δημοσίευμα και συγκεκριμένα για τον διπλό ρόλο του Ανεμός.
Σε έκθεση του Αναρχικού Συνδέσμου της Αθήνας προς το Διεθνές Επαναστατικό Συνέδριο, που έγινε στο Παρίσι το 1900 , μεταξύ των άλλων αναφέρεται η δράση των εθελοντών στη Κρήτη:
«…Στην Αθήνα διατηρούμε ακόμα θερμή την ανάμνηση της εδώ διαμονής στα 1868 του αγαπημένου μας Γουσταύου Φλουράνς. Μαζί με τον σύντροφο Αμιλκάρε Τσιπριάνι ήταν μες στους Γαριβαλδινούς εθελοντές, που ήλθαν να πολεμήσουν στην πρώτη γραμμή των επαναστατημένων δυνάμεων του Κρητικού λαού ενάντια στην τουρκική καταπίεση….»
Ο Τσιπριάνι ήρθε αρκετές φορές στην Ελλάδα και μετά την μάχη του Δομοκού(1897), επέστρεψε στην Αθήνα και έδωσε μια συνέντευξη στην οποία εξύμνησε τον αγώνα του λαού της Κρήτης, ο οποίος θρηνούσε τα θύματα μιας ακόμα εξέγερσης εναντίον της Τουρκικής εξουσίας, τριάντα χρόνια μετά από αυτήν στην οποία συμμετείχε. Να σημειώσω εδώ ότι στην εξέγερση της Kρήτης το 1897, πήραν μέρος το σώμα Iταλών αναρχικών και σοσιαλιστών με επικεφαλής τον Mπερτέτι, καθώς και αρκετοί σοσιαλιστές από το σώμα των Γαριβαλδινών.
Με τους Έλληνες Αναρχικούς της Αιγύπτου
Το πρώτο εργατικό σωματείο στην Αίγυπτο ιδρύθηκε από Έλληνες εργάτες, από τους οποίους οι περισσότεροι κατάγονταν από την Κέρκυρα το 1872 με τίτλο «Αδελφότης των Εργατών». Η πρώτη αναρχική έκδοση εμφανίστηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου μάλλον το 1877 και ήταν η «Il Lavoratore» «Η Εργασία», στην ιταλική γλώσσα.
Την 1η Απριλίου 1882, οι Αιγύπτιοι καρβουνιάρηδες άρχισαν μια απεργία, από τις πρώτες στην ιστορία της χώρας, εναντίον της εταιρίας του καναλιού του Σουέζ στο Πορτ Σάιντ υποκινούμενη από τους Έλληνες αναρχικούς.
Ο Τσιπριάνι είχε στενές επαφές με τους αναρχικούς της Αιγύπτου εφόσον η παρουσία του Ελληνικού στοιχείου ήταν έντονη εκεί. Ο Τσιπριάνι κινούνταν μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης διωκόμενος κατά καιρούς. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για αυτήν την δραστηριότητα παρά μόνο ότι πήγε καταδιωκόμενος στην Αλεξάνδρεια το 1867 ή 1868.
Μια δημοσίευση σε ένα Αιγυπτιακό περιοδικό ίσως να αφορά τον Τσιπριάνι. Το περιοδικό «El Hilal» το Μάρτη του 1894, αναφέρει πληροφορίες για την σύλληψη κάποιου Έλληνα αναρχικού εργάτη στην Αλεξάνδρεια επειδή διένειμε «φλογερά αναρχικά φυλλάδια». Τα φυλλάδια αυτά απευθύνονταν στους εργάτες, αναφέρονταν στην επέτειο της Παρισινής Κομμούνας του 1871 και τελείωναν με το σύνθημα «Ζήτω η Αναρχία».
Η φιλία με τον Σταύρο Καλλέργη
Ο Σταύρος Καλλέργης είναι γνωστό ότι ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές επαναστάτες, με ενεργό δράση στο εργατικό κίνημα ,εκδότης περιοδικών όπως «ο Σοσιαλιστής » και «Οδηγός παντός ανθρώπου » όπου δημοσίευσε και κείμενα του Μπακούνιν , καθώς και ο οργανωτής του πρώτου εορτασμού της Πρωτομαγιάς .
Ο Καλλέργης είχε βρεθεί στο Παρίσι το 1895 άπορος και καταπονημένος. Η συνδρομή του Π Αργυριάδη στον Καλλέργη τότε ήταν σημαντική στην χρηματοδότηση και στις επαφές με άλλους αναρχοσοσιαλιστές. Ο Καλλέργης τρία χρόνια αργότερα θα περιγράψει την βοήθεια του Αργυριάδη και θα δώσει πολύτιμες πληροφορίες για τις διασυνδέσεις του με Έλληνες και ξένους αναρχικούς του Παρισιού όπου ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο Τσιπριάνι.
Ο Καλλέργης εγκατέλειψε το 1898 την Αθήνα και επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κρήτη. Εκεί συμμετείχε στην επανάσταση κατά των Τούρκων και εκλέχθηκε μάλιστα αντιπρόσωπος του επαναστατημένου έθνους. Όπως γράφει στο αυτοβιογραφικό του κείμενο με τον τίτλο «Επιστολή προς τους Έλληνας Σοσιαλιστάς »:
«Μετά την έκρηξιν της Κρητικής Επαναστάσεως επανήλθον εν Κρήτη. Έφθασα εις το Χουμέρι Μυλοποτάμου και εξελέγην αντιπρόσωπος εις την Κρητικήν επαναστατικήν συνέλευσιν. Εκεί διοργανώσαμεν μετά τινών Ιταλών σοσιαλιστών, ελθόντων εις βοήθειάν μας, μιαν σοσιαλιστικήν ομάδα.»
Αμιλκάρε Τσιπριάνι (Amilcare Cipriani 1844-1918)
Ο Αμιλκάρε Τσιπριάνι γεννήθηκε στο Άντζιο το 1844 και σε ηλικία 15 ετών εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ρίμινι, όπου σπούδασε για λίγο σε εκκλησιαστικό λύκειο και απέκτησε αρνητική εικόνα για τους θεοκράτες. Σύντομα συνειδητοποίησε επίσης ότι έπρεπε να φύγει από την οικογένειά του και να ακολουθήσει τον δικό του δρόμο. Μόλις 16 ετών κατατάχθηκε στον στρατό του Πιεμόντε και πολέμησε στην μάχη του Σαν Μαρτίνο (1859) και την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην «επιχείρηση των Χιλίων Ερυθροχιτώνων» («Spedizione dei Mille») του Giuseppe Garibaldi.
Ο Τσιπριάνι κυνηγήθηκε από την Αυστριακή αστυνομία επειδή συμμετείχε στα Γαριβαλδινικά σώματα που χτύπησαν τους Αυστριακούς την περίοδο 1859 – 1860 και για να γλιτώσει έφυγε στο εξωτερικό, πρώτα στην Ελλάδα και μετά στην Αίγυπτο. Στην Ελλάδα, μαζί με άλλους ξένους αναρχικούς που είχαν συγκροτήσει την λεγόμενη «Δημοκρατική Λέσχη», έλαβε μέρος στην εξέγερση του 1862 κατά του βασιλιά Όθωνα, με δικό του οδόφραγμα στην περιοχή της Καπνικαρέας, όπου για πρώτη φορά ανέμισε στην Αθήνα η κόκκινη σημαία. Μετά από λίγο γνωρίστηκε και με τον Έλληνα αναρχικό Εμμανουήλ Δαούδογλου, όταν ο τελευταίος προσχώρησε στην «Δημοκρατική Λέσχη». Εξαιτίας όμως της επαναστατικής οργανωτικής δουλειάς του, πολύ σύντομα ο Τσιπριάνι συνελήφθη και απελάθηκε με αποτέλεσμα να καταλήξει στην Αίγυπτο, όπου υπήρχαν και δρούσαν αρκετοί ομοϊδεάτες του, στην Aλεξάνδρεια συνεργάσθηκε με Iταλούς, Eβραίους και Έλληνες αναρχικούς και σοσιαλιστές.
Επέστρεψε στην Ιταλία το 1866 για να πολεμήσει ξανά στο πλευρό του Garibaldi, αλλά την επόμενη χρονιά επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου σε έναν καυγά σκότωσε έναν συμπατριώτη του και μαχαίρωσε 2 αστυνομικούς, με αποτέλεσμα να φύγει και από εκεί και να αναζητήσει καταφύγιο πρώτα στην Κρήτη, όπου συμμετείχε στην εξέγερση κατά των Τούρκων και στην συνέχεια πήγε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Μαντσίνι (Mazzini) και έγινε μέλος της Διεθνούς και στη συνεχεία βρέθηκε ξανά στην Γαλλία, όπου γνωρίστηκε με τον Έλληνα αναρχικό Παύλο Αργυριάδη και συμμετείχε στην ομάδα του την οποία αποτελούσαν κυρίως Έλληνες. Πολέμησε κατά των Πρώσων το 1870 και την επόμενη χρονιά 1871 συμμετείχε στην άμυνα του Παρισιού κατά τις ημέρες της Παρισινής Κομμούνας, όπου μετά την σύλληψη του , γλίτωσε από τύχη την εκτέλεση και κατέληξε σε δια βίου εξορία στην Νέα Καληδονία.
Μετά από 8 χρόνια εξορίας τού δόθηκε τελικά χάρη το 1879 και, μη μπορώντας πια να επιστρέψει στην Γαλλία, κατέφυγε στην Ελβετία, όπου γνωρίστηκε με τον Cafiero. Το 1881 επέστρεψε στην Ιταλία και συμμετείχε στο Διεθνές Αναρχικό Συνέδριο της Ρώμης, αλλά τον Μάιο του 1882, λίγο μετά την ταραχώδη πρωτομαγιά εκείνου του έτους, συνελήφθη στην Ancona για το επεισόδιο της Αιγύπτου και καταδικάστηκε σε 20ετή καταναγκαστικά έργα στο Portolongone.
Στην φυλάκισή του, η ιταλική Αριστερά απάντησε με πολλές και δυναμικές διαμαρτυρίες, ενώ το 1886 εκλέχτηκε βουλευτής για τις περιφέρειες της Ραβέννας και του Φορλί, όμως η εκλογή του ακυρώθηκε. Δύο χρόνια αργότερα, το 1888 κατάφερε να γίνει τελικά η αναψηλάφηση της δίκης του στο Μιλάνο, όπου αθωώθηκε και αφέθηκε ελεύθερος μετά από 6 χρόνια στο κάτεργο.
Μετά την αποφυλάκισή του, επέστρεψε στο Παρίσι, όπου ίδρυσε την «Ένωση των Λατινικών Εθνών», γνωρίστηκε με τον αναρχοσοσιαλιστή Σταύρο Καλλέργη και συνεργάστηκε με την εφημερίδα «Le Plebeien» και με άλλες αναρχικές και σοσιαλιστικές εφημερίδες και περιοδικά. Το 1897 έφθασε στην Ελλάδα για να πολεμήσει ως εθελοντής κατά των Τούρκων, τραυματίστηκε από σφαίρα στο γόνατο στις 5 Μαϊου 1897 στην αιματηρή μάχη του Δομοκού όπου έμεινε 6 ώρες στο πεδίο της μάχης, κοντεύοντας να πεθάνει από αιμορραγία. Κατέγραψε τις εντυπώσεις του στην επιθεώρηση «Ημερολόγιο του Κοινωνικού Ζητήματος» («Almanach de la Questione Sociale»), που εξέδιδε στο Παρίσι ο Παύλος Αργυριάδης.
Στην εκλογές του ίδιου χρόνου εκλέχθηκε ξανά βουλευτής αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε για μία ακόμα φορά. Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε το 1914, όταν εκλέχθηκε ξανά βουλευτής αλλά δεν μπόρεσε να αναλάβει καθήκοντα, επειδή αρνήθηκε να ορκιστεί στο όνομα του βασιλιά.
Ο Αλμικάρε Τσιπριάνι πέθανε στο Παρίσι στις 3 Μαϊου 1918, σε ηλικία 73 ετών. Ο σοσιαλιστής πατέρας του μετέπειτα επίσης σοσιαλιστή αλλά κατόπιν της ανάληψης της κρατικής εξουσίας, φασίστα Μπενίτο Μουσολίνι, έδωσε στον γιο του το τριπλό όνομα Benito Amilcare Andrea προς τιμήν των επαναστατών Μπενίτο Χουάρεζ, Αμιλκάρε Τσιπριάνι και Αντρέα Κόστα.
Πηγή: agonaskritis.gr